Γελογλάρονο (Sterna nilotica ή Gelochelidon nilotica)

Το Γελογλάρονο είναι ένα μεσαίου μεγέθους γλαρόνι, παρόμοιο σε μέγεθος με τον Καστανοκέφαλο Γλάρο (Larus ridibundus). Διακρίνονται απο το μαύρο ράμφος, που είναι σχετικά ψηλά στο κεφάλι. Το μέτωπο και η κορυφή του κεφαλιού μέχρι το πάνω μέρος του λαιμού είναι μαύρα στα ενήλικα κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγής. Το πάνω μέρος του σώματος μέχρι την ουρά, είναι ανοικτό γκρι. Το κάτω μέρος του σώματος, ωστόσο, είναι λευκό. Η ουρά είναι ελαφρώς διχαλωτή. Σε καθιστική στάση οι άκρες των φτερών εκτείνονται πολύ πιο πέρα ​​από την ουρά.
Στο φτέρωμα εκτός αναπαραγωγής έχουν λευκό μέτωπο και λευκόγκριζο φτέρωμα. Το φτέρωμα των νεαρών πουλιών έχει συχνά καφετί αποχρώσεις.

Κατηγορία: Γλαρόμορφα (Laridae) | Γλαρόνια (Sternidae) | Γένος, Στέρνα (Sterna)

Εξάπλωση, πληθυσμιακά στοιχεία και τάσεις: Τα Γελογλάρονα σχηματίζουν αποικίες κατά τη διάρκεια της αναπαραγωγής σε αμμώδεις ακτές της θάλασσας και σε νησιά. Μπορούν επίσης να εμφανιστούν σε λίμνες στις στέπες και σπανιότερα σε ποτάμια στην ενδοχώρα. Αναπαράγονται σε όλα τα μέρη του κόσμου, συμπεριλαμβανομένης για παράδειγμα της Αυστραλίας, σε περιοχές που βρίσκονται στη δυτική και την ανατολική ακτή της Βόρειας Αμερικής, καθώς και στις στέπες της Κεντρικής Ασίας μέχρι και την Ινδία.
Είναι μεταναστευτικά πουλιά μεγάλων αποστάσεων, οι περιοχές που ξεχειμωνιάζουν βρίσκονται σε τροπικές και υποτροπικές περιοχές.
Το γελογλάρονο είναι ασυνήθιστος καλοκαιρινός επισκέπτης και διερχόμενος μετανάστης στην Ελλάδα. Είδος με ευρύτερη κατανομή στο παρελθόν, έχει σήμερα περιοριστεί σε λίγους υγρότοπους της βόρειας και δυτικής Ελλάδας, όπου φωλιάζει σε 5 αποικίες. Ο συνολικός αναπαραγόμενος πληθυσμός του σήμερα εκτιμάται σε 180-270 ζευγ. Το μεγαλύτερο μέρος του αναπαραγόμενου πληθυσμού στην Ελλάδα βρίσκεται στο Δέλτα Αλιάκμονα (110-150 ζευγ. το 2005), ενώ μικρότεροι αριθμοί αναπαράγονται στο Δέλτα Έβρου, στον Αμβρακικό κόλπο (70-120 ζευγ. το 2003), στη λιμνοθάλασσα Προκόπου και στο Κοτύχι (Παναγιωτοπούλου αδημ. δεδομένα, Dodd 2005, Γκούτνερ και συν. 2005, Καρδακάρη και συν. 2006).
Πιο κοινό και διαδεδομένο κατά τη μετανάστευση, απαντάται σε πολλούς υγρότοπους, τόσο στην ηπειρωτική Ελλάδα όσο και στα νησιά. Ποσοστό του πληθυσμού του είδους που βρίσκεται στην Ελλάδα: Το 1,2%-1,5% του ευρωπαϊκού (Wetlands International 2006).

Αναπαραγωγή: Η εποχή αναπαραγωγής στην Ευρώπη ξεκινάει από το Μάιο έως τον Ιούνιο. Η φωλιά είναι ένα βαθούλωμα στην άμμο ή σε χαμηλό χορτάρι. Το θηλυκό γεννάει συνήθως τρία φαιοκίτρινα αυγά με καφέ στίγματα. Η περίοδος επώασης διαρκεί 22 με 23 ημέρες. Μετά από περίπου πέντε εβδομάδες, οι νεοσσοί ανεξαρτοπιούνται από τους γονείς. Στη διατροφή των νεοσσών συμμετέχουν και οι δύο γονείς.

Οικολογία: Προτιμά παράκτιες περιοχές, εκβολές ποταμών και δελταϊκά συστήματα, λιμνοθάλασσες, αλλά και εσωτερικές λίμνες, βάλτους και ποτάμια. Παρότι ζει κοντά στο νερό είναι, σε γενικές γραμμές, το λιγότερο υδρόβιο γλαρόνι σε σχέση με τα άλλα είδη της ιδίας οικογένειας. Εκτός αναπαραγωγικής περιόδου απαντάται κοντά σε ποταμούς, εκβολές ποταμών, ορυζώνες, λίμνες, ακτές κ.ά.
Κατά την αναπαραγωγική περίοδο τρέφεται με έντομα, είτε στους υγρότοπους είτε σε αγροτικές καλλιέργειες, ορυζώνες και λιβάδια.
Επίσης, με μεγάλη ποικιλία μικρών ασπονδύλων (υδρόβια και χερσαία έντομα, αράχνες), αλλά και σπονδυλόζωων (ερπετά, αμφίβια, μικρά ψάρια και σπάνια μικρά τρωκτικά και πουλιά) (Goutner 1991, Del Hoyo et al. 1996, Handrinos & Akriotis 1997, Sanchez et al. 2004).
Απειλές: Η υποβάθμιση και η καταστροφή των ενδιαιτημάτων αναπαραγωγής και διατροφής είναι το σοβαρότερο πρόβλημα για το είδος. Οι αιτίες που προκαλούν το πρόβλημα είναι η εντατικοποίηση της γεωργίας, η επέκταση των ανθρωπίνων δραστηριοτήτων στα φυσικά οικοσυστήματα, η αλόγιστη και εκτεταμένη χρήση γεωργικών φαρμάκων και η διάβρωση των ακτών. Επιπλέον, η όχληση που προκαλούν οι ανθρώπινες δραστηριότητες κοντά στις περιοχές αναπαραγωγής έχει ως αποτέλεσμα τη μικρή αναπαραγωγική επιτυχία του είδους. Επίσης, η θήρευση αβγών και νεοσσών εξαιτίας της άρσης της απομόνωσης των νησίδων έχει συμβάλει στη μειωμένη αναπαραγωγική επιτυχία του είδους (Del Hoyo et al. 1996, Handrinos & Akriotis 1997).
Είναι επίσης πιθανόν η αλόγιστη και εκτεταμένη χρήση γεωργικών φαρμάκων στην Αφρική να έχει προκαλέσει υποβάθμιση των βιοτόπων όπου διαχειμάζει το είδος.
Μέτρα διατήρησης που υπάρχουν: Προστατευόμενο είδος, ολόκληρος ο αναπαραγόμενος και μέρος του διερχόμενου κατά τη μετανάστευση πληθυσμού απαντώνται σε περιοχές του δικτύου ΖΕΠ/Natura 2000.
Μέτρα διατήρησης που απαιτούνται: Προστασία από την ανθρώπινη ενόχληση (αναψυχή και έργα) στις περιοχές αναπαραγωγής. Συστηματική απογραφή του αναπαραγόμενου στην Ελλάδα πληθυσμού. Ενημέρωση αγροτών και κίνητρα για την περιορισμένη χρήση γεωργικών φαρμάκων στους ορυζώνες και σε άλλες αγροτικές καλλιέργειες κοντά σε υγρότοπους όπου το είδος αναπαράγεται. Προστασία των νησίδων φωλιάσματος από τη διάβρωση. Διερεύνηση της κατασκευής τεχνητών νησίδων σε περιοχές όπου το είδος αναπαράγεται ή αναπαραγόταν στο πρόσφατο παρελθόν.




Νεότερη Παλαιότερη