Συκοφάγος ο Ευρωπαϊκός, χλωρίων ο γνήσιος (Oriolus Oriolus)
Από τα ομορφότερα μεταναστευτικά πουλιά της οικογένειας των Συκοφάγων Oriolidae, είναι ο Συκοφάγος ο Ευρωπαϊκός που είναι και ευρύτερα γνωστός ως Golden Oriole. Καλοκαιρινός επισκέπτης στην πατρίδα μας κατά τους μήνες από Απρίλιο μέχρι Σεπτέμβριο, συναντάται ευρέως σε όλη την επικράτεια ιδίως κατά την μετανάστευση. Οι συκοφάγοι ζουν και αναπαράγονται στις εύκρατες περιοχές της Ευρώπης, της Ασίας και της βορείου Αφρικής, ενώ διαχειμάζουν στις τροπικές περιοχές.Αν και το συγκεκριμένο γένος περιλαμβάνει περίπου 28 είδη, μόνο δύο από αυτά, εκ των οποίων ο Ευρωπαϊκός συκοφάγος, είναι αποδημητικά.
Στην Κύπρο είναι γνωστός με το όνομα Κλορκός.
Please install Adobe Flash Player
Οικογένεια: Χλωριονίδες (Oriolidae)
Πρόκειται για ένα μεσαίου μεγέθους πουλί, με επίμηκες σώμα, που το μέγεθός του κυμαίνεται από 22 μέχρι 25 εκατοστά. Το ενήλικο αρσενικό έχει ως κυρίαρχο χρώμα στο φτέρωμά του το λαμπερό κίτρινο που έρχεται σε αντίθεση με τα κατάμαυρα φτερά, την μαύρη ουρά του και το κατακόκκινο ράμφος του. Μεταξύ του ράμφους και του ματιού διακρίνεται μια μαύρη κηλίδα. Τα δύο γένη διαφέρουν σημαντικά στον χρωματισμό του φτερώματός τους μιας και τα θηλυκά έχουν ένα συνηθισμένο πρασινοκίτρινο φτέρωμα με γκριζωπές φτερούγες, ανοιχτόχρωμη υπόλευκη κοιλιά με αχνές ραβδώσεις και γκρίζο προσοφθάλμιο. Παρόμοια με τα θηλυκά είναι τα ανήλικα πουλιά του είδους.
Αν και έχει πολύ εντυπωσιακό και έντονο φτέρωμα, γίνεται δύσκολα αντιληπτός ακόμα και από έμπειρους παρατηρητές μιας και κρύβεται με μεγάλη επιδεξιότητα στα πλούσια φυλλώματα των δέντρων. Το φτέρωμά του του δίνει την δυνατότητα να καμουφλάρεται και να γίνεται δυσδιάκριτος από τους φυσικούς του εχθρούς.
Είναι αποκλειστικά δεντρόβιο πουλί, πολύ δραστήριο, αλλά ταυτόχρονα και πολύ ντροπαλό. Συχνά ακούγεται το απολαυστικό, μελωδικό, αλλά σύντομο και εξωτικό τραγούδι του που περιλαμβάνει δυνατά σφυρίγματα που μοιάζουν με φλάουτο και συχνά συγχέεται με αυτό του Κότσυφα.
Φυσικός του βιότοπος είναι τα πυκνά φυλλοβόλα δάση, τα υδροχαρή δάση, τα πάρκα με δέντρα που έχουν πλούσια φυλλώματα, τα άλση, οι κήποι και οι οπωρώνες.
Ζουν συνήθως σε ζευγάρια και κατασκευάζουν την καλαθωτή φωλιά τους, να κρέμεται σαν κύπελλο από διχάλες ψηλών δέντρων ανάμεσα σε οριζόντια κλαδιά. Χρησιμοποιούν ξερά χόρτα για την κατασκευή της και είναι πολύ δύσκολο να την εντοπίσει κανείς μιας και είναι πολύ καλά κρυμμένη. Η θηλυκιά γεννάει από 3-5 αυγά περίπου και τα επωάζει για δύο εβδομάδες. Στο μεγάλωμα των νεοσσών συμμετέχουν και οι δυο γονείς και μάλιστα το αρσενικό γίνεται ιδιαίτερα προστατευτικό με τα μικρά του προσπαθώντας να τα προφυλάξει από τα διάφορα αρπακτικά. Μετά την παρέλευση δύο εβδομάδων τα μικρά είναι έτοιμα να δοκιμάσουν τα πρώτα του δειλά φτερουγίσματα.
Το γρήγορο, ισχυρό και ορμητικό πέταγμά τους μοιάζει αρκετά με αυτό των τσιχλών, με ρηχούς και μακριούς κυματισμούς.
Την διατροφή του αποτελούν κυρίως μικρά έντομα και λιγότερο τα φρούτα όπως μούρα, κεράσια και σύκα σε αντίθεση με ότι μαρτυράει το όνομά του.